Ο γέρο-Μνέσθελος έκανε βαθιά υπόκλιση και έγνεψε στον όμορφο Ρωμαίο ευγενή να περάσει.
- "Διάλεξε, άρχοντά μου."
Η φωνή τον επανέφερε από τις σκέψεις του. Κοίταξε τον λιγδιάρη, δουλοπρεπή σωματέμπορα με αποστροφή και γύρισε να κοιτάξει τις κοπέλες.
Τις κοίταξε μία-μία εξεταστικά. Στην άκρη του ματιού του διέκρινε μια κίνηση και είδε μια από τις σκλάβες του λιγδιάρη σωματέμπορα που μπήκε στο δώμα για να του γεμίσει την κούπα με κρασί.
Καθώς έσκυψε μπροστά του την έπιασε από το πηγούνι και την κοίταξε εξεταστικά. Η κοπέλα τον κοίταξε τρομοκρατημένη φοβούμενη πως κάτι έκανε και τάραξε τον Ρωμαίο ευγενή.
Ο Γάιος Βαλέριος είχε πάρει την απόφασή του.
- "Πόσα θες γι αυτήν;"
Έκπληκτος ο σωματέμπορας πήγε στην αρχή να πει κάτι αλλά γρήγορα κατέβασε τα μάτια του. Του είπε την τιμή.
- "Πάμε" είπε ο Γάιος Βαλέριος και ξεκίνησε χωρίς να κοιτάζει πίσω του. Η κοπέλα σαστισμένη ακόμα τσακίστηκε να προλάβει τον νέο της Αφέντη.
Βγήκαν στον σκονισμένο δρόμο. Ο Γάιος Βαλέριος προχωρούσε με ταχύ βηματισμό και η κοπέλα σχεδόν έτρεχε από πίσω του για να τον προλάβει. Όταν έφτασαν στον προορισμό τους η κοπέλα ήταν σχεδόν ξέπνοη. Ο νεαρός ευγενής είδε μια γριά σκλάβα να έρχεται προς το μέρος του και το πρόσωπό του φωτίστηκε.
"Νάνα" φώναξε στη γριά σκλάβα.
"Αγόρι μου, αγόρι μου" φώναξε η γριά και τον πήρε στην αγκαλιά της. "Οι Θεοί άκουσαν τις προσευχές μου". Ξαφνικά είδε την κοπέλα που ακόμα πάλευε να βρει την ανάσα της πίσω από το νέο της αφέντη.
"Πάλι χαλάς τα λεφτά σου σε παιχνίδια;" τον ρώτησε ψευτομαλώνοντάς τον.
"Ένας οβολός για το βαρκάρη είναι όσα θα χρειαστώ πραγματικά." είπε χαμογελώντας στη γριά. Μετά σοβάρεψε απότομα "Τακτοποίησέ την Νάνα".
Η γριά τον κοίταξε σαν να τον ρώτησε κάτι με τα μάτια. Εκείνος έγνεψε και απομακρύνθηκε.
- "Έλα μαζί μου" της είπε η γριά. Η κοπέλα την ακολούθησε.
Μπήκαν σε ένα κλειστό δωμάτιο το οποίο είχε μια μεγάλη γούρνα γεμάτη ζεστό νερό. Η γριά φώναξε δυο σκλάβες και τους παρέδωσε την κοπέλα. "Ετοιμάστε την για τον Αφέντη" ήταν το μόνο που τους είπε.
Μια ώρα αργότερα πήγε στα διαμερίσματά του όπως την είχαν προστάξει. Δεν ήταν σίγουρη τι να περιμένει. Πέρα από τον ομαδικό βιασμό τον οποίο είχε υποστεί όταν οι Ρωμαίοι είχαν πάρει την πόλη της και τον γέρο-Μνέσθελο δεν είχε άλλες σεξουαλικές εμπειρίες. Ο σωματέμπορος την είχε για δουλειές και για να τον ικανοποιεί με το στόμα της, στην ηλικία του δεν μπορούσε και πολλά πολλά, παρά το γεγονός ότι το στοματικό όπως και το πρωκτικό γενικά αποδοκιμαζόταν από τα ήθη της εποχής. Ήταν αρκετά ευπαρουσίαστη ώστε να σερβίρει τους πελάτες αλλά όχι τόσο ώστε να αποσπάει την προσοχή τους από το ακριβό εμπόρευμα.
Εκεί στάθηκε ακίνητη με τα μάτια χαμηλωμένα κάτω μην τολμώντας να αντικρίσει το νέο της αφέντη.
- "Πώς σε λένε" τη ρώτησε;
Του απάντησε και ο Γάιος έβαλε τα γέλια.
- "Μα την κόρα στα βρωμοπόδαρα του Άρη, όνομα είναι αυτό ή ήχος που κάνει ένα κοπάδι από κουρούνες που τσακώνονται;"
Αναστέναξε αλλά δεν τόλμησε να σηκώσει το βλέμμα της.
- "Σε ένα τόσο γλυκό προσωπάκι δεν ταιριάζει αυτό το απαίσιο όνομα" συνέχισε. "Από σήμερα θα λέγεσαι Σέστια."
-"Μάλιστα Αφέντη"
Ο Γάιος με μια κίνηση της έλυσε την εσθήτα και η κοπέλα έμεινε γυμνή μπροστά του. Είχε όμορφο σώμα αλλά αυτόν τον είχε τραβήξει το πρόσωπό της. Ήταν γλυκό και είχε μια αθωότητα που τον ερέθιζε. Άπλωσε τα χέρι του και τη χούφτωσε στο στήθος. Η κοπέλα είχε καρφωμένο το βλέμμα της κάτω, δεν τολμούσε να τον κοιτάξει. Άρχισε να της μαλάζει απαλά στην αρχή και μετά πιο δυνατά το στήθος ενώ το πέος του κάτω από το χιτώνα είχε θεριέψει.
Έμεινε και αυτός γυμνός.
-"Γονάτισε" τη διέταξε και η κοπέλα τσακίστηκε και γονάτισε μπροστά του.
Ο Γάιος ακούμπησε τον πούτσο του στα χείλη της.
-"Έχεις πάρει άνδρα στο στόμα σου, Σέστια;"
-"Ναι Αφέντη μου, ικανοποιούσα τον πρώην κύριό μου με αυτό τον τρόπο" του απάντησε ειλικρινά η κοπέλα.
-"Τότε ξέρεις τι πρέπει να κάνεις" της είπε.
Η κοπέλα δεν απάντησε. Είχε μάθει καλά τον γέρο ώστε να τον κάνει να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα. Ο όμορφος Ρωμαίος ευγενής ήταν μεγαλύτερος στο μέγεθος και νεώτερος. Σαφής βελτίωση σε σχέση με τον σωματέμπορο. Αποφάσισε να δώσει τον καλύτερό της εαυτό.
Τον πήρε στα χέρια της και άρχισε να τον χαϊδεύει και να τον παίζει απαλά ενώ ταυτόχρονα έγλειφε το κεφάλι του. Μετά έπιασε με το ένα της χέρι τους όρχεις του και σιγά-σιγά τον πήρε όλο μέσα στο στόμα της. Είχε μάθει να καταπνίγει το reflex και παρά το μέγεθός του τον κράτησε μέσα της με σχετική άνεση. Μετά τραβήχτηκε σιγά-σιγά μέχρι που σχεδόν βγήκε από το στόμα της. Ένιωσε το χέρι του στο κεφάλι της. Τον έπαιξε για λίγο με τη γλώσσα της και τον άκουσε να βογγάει. Συνέχισε το παίξιμο με τη γλώσσα της μέχρι που η ερεθισμένη του βάλανος δεν άντεχε άλλο παιχνίδι. Της έσπρωξε το κεφάλι και της τον έβαλε όλο μέσα στο στόμα της. Τον κράτησε για μερικά δευτερόλεπτα και τον έβγαλε έξω. Η κοπέλα κατάφερε να πάρει ανάσα.
Σήκωσε το βλέμμα της και τον κοίταξε. Εκείνος της ένευσε και η κοπέλα τον ξαναπήρε στο στόμα της αυτή τη φορά κρατώντας ένα πιο γρήγορο ρυθμό. Τη σταμάτησε.
Πήγε και ξάπλωσε στο ανάκλιντρο και της έκανε νόημα να έρθει να συνεχίσει. Η κοπέλα κάθισε στα τέσσερα ανάμεσα στα πόδια του, έσκυψε και τον ξαναπήρε στο στόμα της. Σε κάθε της κίνησή κάρφωνε τον πούτσο του στο λαιμό της και έκανε το νεαρό ευγενή να βογγάει και να αναστενάζει. Γεύτηκε τα προσπερματικά υγρά του και κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα. Όπως και με το γέρο έτσι και στον νεαρό ευγενή δεν διανοήθηκε καν να τραβηχτεί και σε λίγο ένιωσε τους γνώριμους σπασμούς της ηδονής του και ριπές καυτού σπέρματος γέμισαν το στόμα της. Όμως αυτή τη φορά κατάπιε με την ψυχή της, ο νεαρός ευγενής είχε υπέροχη γεύση σε αντίθεση με το γέρο λιγδιάρη σωματέμπορο. Του καθάρισε προσεκτικά τον πούτσο με τη γλώσσα της.
Ο Γάιος δεν την άφησε να σταματήσει, συνέχισε να τον έχει στο στόμα της. Ήταν νέος και ακμαίος, δεν του αρκούσε το στοματικό για να τον χορτάσει. Την έβαλε να αρχίσει και πάλι μέχρι που τον ένιωσε να φουσκώνει μέσα στο στόμα της. Την έβαλε και κάθισε στα τέσσερα.
Το παρά φύσιν αποδοκιμαζόταν και αυτό στα ήθη της εποχής. Για την ακρίβεια ήταν σχεδόν απαγορευμένο αλλά μια απαγορευμένη ηδονή για τους πληβείους δεν σήμαινε τίποτα το ιδιαίτερο για ένα πατρίκιο σαν του λόγου του.
Σάλιωσε το δάχτυλό του και το έβαλε πίσω της. Η κοπέλα ταράχτηκε.
-"Υποθέτω ότι ο Μνέσθελος δε σε είχε χρησιμοποιήσει έτσι, σωστά;" τη ρώτησε ενώ το δάχτυλό του έκανε κυκλικές κινήσεις μέσα της.
-"Όχι Αφέντη μου" είπε κοπέλα σχεδόν δακρυσμένη.
-"Εμένα όμως μου αρέσει αυτό, οπότε κοίτα να το συνηθίσεις. Έγινα κατανοητός;"
-"Μάλιστα Αφέντη μου" του είπε η κοπέλα μιλώντας με δυσκολία.
Ο Γάιος τον ακούμπησε στην τρυπούλα της και κρατώντας τον με το ένα χέρι μπήκε λίγο μέσα της. Η κοπέλα μούγκρισε αλλά αυτός την κράτησε ακίνητη. Έσπρωξε λίγο ακόμα και σιγά-σιγά άρχισε να βυθίζεται μέσα της.
Ο πόνος που ένιωσε ήταν τόσο έντονος που ήθελε να ουρλιάξει. Ούτε την πρώτη της φορά, που την είχαν βιάσει πέντε στρατιώτες στη σειρά δεν είχε πονέσει έτσι. Ο Γάιος μπήκε όλος μέσα της και στάθηκε ακίνητος. Τραβήχτηκε σιγά-σιγά προς τα έξω, μέχρι σχεδόν να βγει, και μετά πάλι σιγά-σιγά ξαναμπήκε μέσα της. Επανέλαβε αυτή την κίνηση μερικές φορές ακόμα μέχρι που ο σφιχτήρας της χαλάρωσε. Εκείνος βογγούσε από την ηδονή κι εκείνη από τον πόνο. Την κράτησε από τη μέση και καρφώθηκε μέσα της και άρχισε να την γαμάει πιο γρήγορα και πιο βίαια.
Η κοπέλα είχε σκύψει το κεφάλι της παραδομένη στις ορέξεις του αφέντη της. Είναι νέος και γερός και του αρέσει να με παίρνει με αυτό τον τρόπο, αυτό θα επαναληφθεί πολλές φορές σκέφτηκε μέσα της. Πονούσε ακόμα ωστόσο ο πόνος της είχε μετριαστεί. Τον ένιωσε να την κοπανάει και μετά το χέρι του την άρπαξε από το μαλλί και της τράβηξε το κεφάλι προς τα πίσω. Ξανακαρφώθηκε μέσα της σταματώντας. Τραβήχτηκε πάλι σχεδόν όλος έξω και ξανακαρφώθηκε μέσα της. Της άφησε τα μαλλιά και την ξανάπιασε από τη μέση επιταχύνοντας.
Καθισμένη στα τέσσερα, με το κεφάλι πεσμένο και παραδομένη η κοπέλα περίμενε καρτερικά τον Αφέντη της να τελειώσει μαζί της. Η μοίρα της είχε προδιαγραφεί τη μέρα που οι Ρωμαίοι πήραν το χωριό της, θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερη από το να είναι το να είναι σκεύος ηδονής για ένα όμορφο Ρωμαίο ευγενή. Θυμήθηκε την αηδία που ένιωθε κάθε φορά που ικανοποιούσε το γέρο σωματέμπορο με το στόμα της, το πως πάλευε να μην ξεράσει κάθε φορά που κατάπινε το σπέρμα του. Με το Γάιο Βαλέριο τουλάχιστον δεν ένιωθε αηδία.
Ο Γάιος τραβήχτηκε έξω και τις έριξε μερικές σφαλιάρες στους γλουτούς. Όταν πήραν το χρώμα που ήθελε τον ξανάβαλε στον κώλο της και όπως είχε πια ανοίξει, σχεδόν της το κάρφωσε. Άρχισε πάλι να κουνιέται γρήγορα ενώ που και που της έριχνε και μια στους γλουτούς.
Ο πόνος από τις σφαλιάρες στους γλουτούς είχε μια περίεργα ευχάριστη υφή. Σίγουρα ήταν προτιμότερος από τον πόνο που της προκαλούσε παίρνοντάς την παρά φύση. Ένιωσε άλλες δυο σφαλιάρες στα κωλομέρια της και της ξέφυγε ένα μικρό βογκητό που δεν ήταν πόνου. Ένιωσε το πέος του να κάνει σπασμούς βαθιά μέσα της.
Την κράτησε ακίνητη και έμεινε και ο ίδιος καθώς άδειαζε με σπασμούς στο βάθος του κώλου της. Η νέα του σκλάβα είχε όμορφο κώλο και σφιχτό όσο ακριβώς έπρεπε. Δεν ήθελε να το χαλάσει οπότε θα έπρεπε να δείξει την δέουσα αυτοσυγκράτηση.
Τραβήχτηκε από πίσω της και με χαρά του διαπίστωσε ότι ήταν καθαρός.
-"Ήσουν πολύ καλή, Σέστια" της είπε.
-"Χαίρομαι που ικανοποιήθηκες Αφέντη μου".
-"Θα πας να βρεις τη Νάνα. Από εδώ και πέρα εσύ θα με ξυπνάς κάθε πρωί. Με το στόμα σου."
-"Μάλιστα Αφέντη μου, όπως διατάζεις" είπε η κοπέλα κοιτώντας το πάτωμα.
-"Λοιπόν, φεύγα τώρα, πήγαινε να σε τακτοποιήσουν" της είπε.
Η κοπέλα έκανε να πιάσει την εσθήτα της για να τη φορέσει.
-"Όχι έτσι, γυμνή"
Η κοπέλα αναστέναξε και βγήκε από το δώμα.
Ο Γάιος Βαλέριος την παρακολούθησε χαμογελαστός. Μα τις ψείρες στα γένια του Δία, η μικρή πολύ του άρεσε.
- "Διάλεξε, άρχοντά μου."
Η φωνή τον επανέφερε από τις σκέψεις του. Κοίταξε τον λιγδιάρη, δουλοπρεπή σωματέμπορα με αποστροφή και γύρισε να κοιτάξει τις κοπέλες.
Τις κοίταξε μία-μία εξεταστικά. Στην άκρη του ματιού του διέκρινε μια κίνηση και είδε μια από τις σκλάβες του λιγδιάρη σωματέμπορα που μπήκε στο δώμα για να του γεμίσει την κούπα με κρασί.
Καθώς έσκυψε μπροστά του την έπιασε από το πηγούνι και την κοίταξε εξεταστικά. Η κοπέλα τον κοίταξε τρομοκρατημένη φοβούμενη πως κάτι έκανε και τάραξε τον Ρωμαίο ευγενή.
Ο Γάιος Βαλέριος είχε πάρει την απόφασή του.
- "Πόσα θες γι αυτήν;"
Έκπληκτος ο σωματέμπορας πήγε στην αρχή να πει κάτι αλλά γρήγορα κατέβασε τα μάτια του. Του είπε την τιμή.
- "Πάμε" είπε ο Γάιος Βαλέριος και ξεκίνησε χωρίς να κοιτάζει πίσω του. Η κοπέλα σαστισμένη ακόμα τσακίστηκε να προλάβει τον νέο της Αφέντη.
Βγήκαν στον σκονισμένο δρόμο. Ο Γάιος Βαλέριος προχωρούσε με ταχύ βηματισμό και η κοπέλα σχεδόν έτρεχε από πίσω του για να τον προλάβει. Όταν έφτασαν στον προορισμό τους η κοπέλα ήταν σχεδόν ξέπνοη. Ο νεαρός ευγενής είδε μια γριά σκλάβα να έρχεται προς το μέρος του και το πρόσωπό του φωτίστηκε.
"Νάνα" φώναξε στη γριά σκλάβα.
"Αγόρι μου, αγόρι μου" φώναξε η γριά και τον πήρε στην αγκαλιά της. "Οι Θεοί άκουσαν τις προσευχές μου". Ξαφνικά είδε την κοπέλα που ακόμα πάλευε να βρει την ανάσα της πίσω από το νέο της αφέντη.
"Πάλι χαλάς τα λεφτά σου σε παιχνίδια;" τον ρώτησε ψευτομαλώνοντάς τον.
"Ένας οβολός για το βαρκάρη είναι όσα θα χρειαστώ πραγματικά." είπε χαμογελώντας στη γριά. Μετά σοβάρεψε απότομα "Τακτοποίησέ την Νάνα".
Η γριά τον κοίταξε σαν να τον ρώτησε κάτι με τα μάτια. Εκείνος έγνεψε και απομακρύνθηκε.
- "Έλα μαζί μου" της είπε η γριά. Η κοπέλα την ακολούθησε.
Μπήκαν σε ένα κλειστό δωμάτιο το οποίο είχε μια μεγάλη γούρνα γεμάτη ζεστό νερό. Η γριά φώναξε δυο σκλάβες και τους παρέδωσε την κοπέλα. "Ετοιμάστε την για τον Αφέντη" ήταν το μόνο που τους είπε.
Μια ώρα αργότερα πήγε στα διαμερίσματά του όπως την είχαν προστάξει. Δεν ήταν σίγουρη τι να περιμένει. Πέρα από τον ομαδικό βιασμό τον οποίο είχε υποστεί όταν οι Ρωμαίοι είχαν πάρει την πόλη της και τον γέρο-Μνέσθελο δεν είχε άλλες σεξουαλικές εμπειρίες. Ο σωματέμπορος την είχε για δουλειές και για να τον ικανοποιεί με το στόμα της, στην ηλικία του δεν μπορούσε και πολλά πολλά, παρά το γεγονός ότι το στοματικό όπως και το πρωκτικό γενικά αποδοκιμαζόταν από τα ήθη της εποχής. Ήταν αρκετά ευπαρουσίαστη ώστε να σερβίρει τους πελάτες αλλά όχι τόσο ώστε να αποσπάει την προσοχή τους από το ακριβό εμπόρευμα.
Εκεί στάθηκε ακίνητη με τα μάτια χαμηλωμένα κάτω μην τολμώντας να αντικρίσει το νέο της αφέντη.
- "Πώς σε λένε" τη ρώτησε;
Του απάντησε και ο Γάιος έβαλε τα γέλια.
- "Μα την κόρα στα βρωμοπόδαρα του Άρη, όνομα είναι αυτό ή ήχος που κάνει ένα κοπάδι από κουρούνες που τσακώνονται;"
Αναστέναξε αλλά δεν τόλμησε να σηκώσει το βλέμμα της.
- "Σε ένα τόσο γλυκό προσωπάκι δεν ταιριάζει αυτό το απαίσιο όνομα" συνέχισε. "Από σήμερα θα λέγεσαι Σέστια."
-"Μάλιστα Αφέντη"
Ο Γάιος με μια κίνηση της έλυσε την εσθήτα και η κοπέλα έμεινε γυμνή μπροστά του. Είχε όμορφο σώμα αλλά αυτόν τον είχε τραβήξει το πρόσωπό της. Ήταν γλυκό και είχε μια αθωότητα που τον ερέθιζε. Άπλωσε τα χέρι του και τη χούφτωσε στο στήθος. Η κοπέλα είχε καρφωμένο το βλέμμα της κάτω, δεν τολμούσε να τον κοιτάξει. Άρχισε να της μαλάζει απαλά στην αρχή και μετά πιο δυνατά το στήθος ενώ το πέος του κάτω από το χιτώνα είχε θεριέψει.
Έμεινε και αυτός γυμνός.
-"Γονάτισε" τη διέταξε και η κοπέλα τσακίστηκε και γονάτισε μπροστά του.
Ο Γάιος ακούμπησε τον πούτσο του στα χείλη της.
-"Έχεις πάρει άνδρα στο στόμα σου, Σέστια;"
-"Ναι Αφέντη μου, ικανοποιούσα τον πρώην κύριό μου με αυτό τον τρόπο" του απάντησε ειλικρινά η κοπέλα.
-"Τότε ξέρεις τι πρέπει να κάνεις" της είπε.
Η κοπέλα δεν απάντησε. Είχε μάθει καλά τον γέρο ώστε να τον κάνει να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα. Ο όμορφος Ρωμαίος ευγενής ήταν μεγαλύτερος στο μέγεθος και νεώτερος. Σαφής βελτίωση σε σχέση με τον σωματέμπορο. Αποφάσισε να δώσει τον καλύτερό της εαυτό.
Τον πήρε στα χέρια της και άρχισε να τον χαϊδεύει και να τον παίζει απαλά ενώ ταυτόχρονα έγλειφε το κεφάλι του. Μετά έπιασε με το ένα της χέρι τους όρχεις του και σιγά-σιγά τον πήρε όλο μέσα στο στόμα της. Είχε μάθει να καταπνίγει το reflex και παρά το μέγεθός του τον κράτησε μέσα της με σχετική άνεση. Μετά τραβήχτηκε σιγά-σιγά μέχρι που σχεδόν βγήκε από το στόμα της. Ένιωσε το χέρι του στο κεφάλι της. Τον έπαιξε για λίγο με τη γλώσσα της και τον άκουσε να βογγάει. Συνέχισε το παίξιμο με τη γλώσσα της μέχρι που η ερεθισμένη του βάλανος δεν άντεχε άλλο παιχνίδι. Της έσπρωξε το κεφάλι και της τον έβαλε όλο μέσα στο στόμα της. Τον κράτησε για μερικά δευτερόλεπτα και τον έβγαλε έξω. Η κοπέλα κατάφερε να πάρει ανάσα.
Σήκωσε το βλέμμα της και τον κοίταξε. Εκείνος της ένευσε και η κοπέλα τον ξαναπήρε στο στόμα της αυτή τη φορά κρατώντας ένα πιο γρήγορο ρυθμό. Τη σταμάτησε.
Πήγε και ξάπλωσε στο ανάκλιντρο και της έκανε νόημα να έρθει να συνεχίσει. Η κοπέλα κάθισε στα τέσσερα ανάμεσα στα πόδια του, έσκυψε και τον ξαναπήρε στο στόμα της. Σε κάθε της κίνησή κάρφωνε τον πούτσο του στο λαιμό της και έκανε το νεαρό ευγενή να βογγάει και να αναστενάζει. Γεύτηκε τα προσπερματικά υγρά του και κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα. Όπως και με το γέρο έτσι και στον νεαρό ευγενή δεν διανοήθηκε καν να τραβηχτεί και σε λίγο ένιωσε τους γνώριμους σπασμούς της ηδονής του και ριπές καυτού σπέρματος γέμισαν το στόμα της. Όμως αυτή τη φορά κατάπιε με την ψυχή της, ο νεαρός ευγενής είχε υπέροχη γεύση σε αντίθεση με το γέρο λιγδιάρη σωματέμπορο. Του καθάρισε προσεκτικά τον πούτσο με τη γλώσσα της.
Ο Γάιος δεν την άφησε να σταματήσει, συνέχισε να τον έχει στο στόμα της. Ήταν νέος και ακμαίος, δεν του αρκούσε το στοματικό για να τον χορτάσει. Την έβαλε να αρχίσει και πάλι μέχρι που τον ένιωσε να φουσκώνει μέσα στο στόμα της. Την έβαλε και κάθισε στα τέσσερα.
Το παρά φύσιν αποδοκιμαζόταν και αυτό στα ήθη της εποχής. Για την ακρίβεια ήταν σχεδόν απαγορευμένο αλλά μια απαγορευμένη ηδονή για τους πληβείους δεν σήμαινε τίποτα το ιδιαίτερο για ένα πατρίκιο σαν του λόγου του.
Σάλιωσε το δάχτυλό του και το έβαλε πίσω της. Η κοπέλα ταράχτηκε.
-"Υποθέτω ότι ο Μνέσθελος δε σε είχε χρησιμοποιήσει έτσι, σωστά;" τη ρώτησε ενώ το δάχτυλό του έκανε κυκλικές κινήσεις μέσα της.
-"Όχι Αφέντη μου" είπε κοπέλα σχεδόν δακρυσμένη.
-"Εμένα όμως μου αρέσει αυτό, οπότε κοίτα να το συνηθίσεις. Έγινα κατανοητός;"
-"Μάλιστα Αφέντη μου" του είπε η κοπέλα μιλώντας με δυσκολία.
Ο Γάιος τον ακούμπησε στην τρυπούλα της και κρατώντας τον με το ένα χέρι μπήκε λίγο μέσα της. Η κοπέλα μούγκρισε αλλά αυτός την κράτησε ακίνητη. Έσπρωξε λίγο ακόμα και σιγά-σιγά άρχισε να βυθίζεται μέσα της.
Ο πόνος που ένιωσε ήταν τόσο έντονος που ήθελε να ουρλιάξει. Ούτε την πρώτη της φορά, που την είχαν βιάσει πέντε στρατιώτες στη σειρά δεν είχε πονέσει έτσι. Ο Γάιος μπήκε όλος μέσα της και στάθηκε ακίνητος. Τραβήχτηκε σιγά-σιγά προς τα έξω, μέχρι σχεδόν να βγει, και μετά πάλι σιγά-σιγά ξαναμπήκε μέσα της. Επανέλαβε αυτή την κίνηση μερικές φορές ακόμα μέχρι που ο σφιχτήρας της χαλάρωσε. Εκείνος βογγούσε από την ηδονή κι εκείνη από τον πόνο. Την κράτησε από τη μέση και καρφώθηκε μέσα της και άρχισε να την γαμάει πιο γρήγορα και πιο βίαια.
Η κοπέλα είχε σκύψει το κεφάλι της παραδομένη στις ορέξεις του αφέντη της. Είναι νέος και γερός και του αρέσει να με παίρνει με αυτό τον τρόπο, αυτό θα επαναληφθεί πολλές φορές σκέφτηκε μέσα της. Πονούσε ακόμα ωστόσο ο πόνος της είχε μετριαστεί. Τον ένιωσε να την κοπανάει και μετά το χέρι του την άρπαξε από το μαλλί και της τράβηξε το κεφάλι προς τα πίσω. Ξανακαρφώθηκε μέσα της σταματώντας. Τραβήχτηκε πάλι σχεδόν όλος έξω και ξανακαρφώθηκε μέσα της. Της άφησε τα μαλλιά και την ξανάπιασε από τη μέση επιταχύνοντας.
Καθισμένη στα τέσσερα, με το κεφάλι πεσμένο και παραδομένη η κοπέλα περίμενε καρτερικά τον Αφέντη της να τελειώσει μαζί της. Η μοίρα της είχε προδιαγραφεί τη μέρα που οι Ρωμαίοι πήραν το χωριό της, θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερη από το να είναι το να είναι σκεύος ηδονής για ένα όμορφο Ρωμαίο ευγενή. Θυμήθηκε την αηδία που ένιωθε κάθε φορά που ικανοποιούσε το γέρο σωματέμπορο με το στόμα της, το πως πάλευε να μην ξεράσει κάθε φορά που κατάπινε το σπέρμα του. Με το Γάιο Βαλέριο τουλάχιστον δεν ένιωθε αηδία.
Ο Γάιος τραβήχτηκε έξω και τις έριξε μερικές σφαλιάρες στους γλουτούς. Όταν πήραν το χρώμα που ήθελε τον ξανάβαλε στον κώλο της και όπως είχε πια ανοίξει, σχεδόν της το κάρφωσε. Άρχισε πάλι να κουνιέται γρήγορα ενώ που και που της έριχνε και μια στους γλουτούς.
Ο πόνος από τις σφαλιάρες στους γλουτούς είχε μια περίεργα ευχάριστη υφή. Σίγουρα ήταν προτιμότερος από τον πόνο που της προκαλούσε παίρνοντάς την παρά φύση. Ένιωσε άλλες δυο σφαλιάρες στα κωλομέρια της και της ξέφυγε ένα μικρό βογκητό που δεν ήταν πόνου. Ένιωσε το πέος του να κάνει σπασμούς βαθιά μέσα της.
Την κράτησε ακίνητη και έμεινε και ο ίδιος καθώς άδειαζε με σπασμούς στο βάθος του κώλου της. Η νέα του σκλάβα είχε όμορφο κώλο και σφιχτό όσο ακριβώς έπρεπε. Δεν ήθελε να το χαλάσει οπότε θα έπρεπε να δείξει την δέουσα αυτοσυγκράτηση.
Τραβήχτηκε από πίσω της και με χαρά του διαπίστωσε ότι ήταν καθαρός.
-"Ήσουν πολύ καλή, Σέστια" της είπε.
-"Χαίρομαι που ικανοποιήθηκες Αφέντη μου".
-"Θα πας να βρεις τη Νάνα. Από εδώ και πέρα εσύ θα με ξυπνάς κάθε πρωί. Με το στόμα σου."
-"Μάλιστα Αφέντη μου, όπως διατάζεις" είπε η κοπέλα κοιτώντας το πάτωμα.
-"Λοιπόν, φεύγα τώρα, πήγαινε να σε τακτοποιήσουν" της είπε.
Η κοπέλα έκανε να πιάσει την εσθήτα της για να τη φορέσει.
-"Όχι έτσι, γυμνή"
Η κοπέλα αναστέναξε και βγήκε από το δώμα.
Ο Γάιος Βαλέριος την παρακολούθησε χαμογελαστός. Μα τις ψείρες στα γένια του Δία, η μικρή πολύ του άρεσε.